Το Καπρί το προδομένο να μου λείπει
Είναι μέρες που όλα ξεκινούν όμορφα από το πρωί από την πρώτη ώρα που πατάς το πόδι σου στο βουνό. Τέτοια φαινόταν να είναι και εκείνη η μέρα. Είχαμε αποφασίσει να πάμε στο ανήλιο που θα κυνηγούσαμε, κοντά σε ένα Μοναστήρι και ξεκινούσαμε όταν ένας τσομπάνος ήρθε και μας είπε πως είδε το Καπρι που μέρες τώρα του έτρωγε το ενσίρωμα. Το είδε που έφυγε σαν το κυνήγησαν τα σκυλιά και μπήκε σε μια συστάδα πουρνάρια λίγο πιο πάνω από το μαντρί.
Η απόφαση πάρθηκε γρήγορα από τον αρχηγό. «Πάμε να το βρούμε, να το πάρουμε και μετά θα πάμε πάλι πίσω στο Μοναστήρι που είχαμε κανονίσει».
«Εσύ όμως «Λύκε» μου λέει ο αρχηγός πάρε την «Αρκούδα» τον Σάκη και πάτε από τώρα πίσω να δείτε τι γίνεται. Εκεί σας περιμένει το «Ψαρούλι» που έμεινε αποβραδίς στο μαντρί του και του είπα να κοιτάξει στο ανηλιακό, μπας και βρούμε κανένα φρέσκο πάτημα. Και κάνετε γρήγορα γιατί εδώ είναι τάκα-τάκα η δουλειά».
Μαζί μας είχαμε και ένα σκυλί καλό στο ψάξιμο όποτε φύγαμε για την αποστολή.
Ενώ ήμαστε στον δρόμο για τον προορισμό μας και λέγαμε διάφορες αμπελοφιλοσοφίες γελώντας χτυπάει το τηλέφωνο του Σάκη.
«Μάλλον το χτύπησαν και πήραν να το μάθουμε» υποθέσαμε. Με το που απάντησε ο Σάκης αμέσως σοβάρεψε, το έκλεισε και μου λέει. «Πάμε προς το Διάσελο να πιάσουμε το μέρος από πίσω από το βουνό που ήταν γιατακιασμένο το καπρί! Τους έφυγε και πέρασε δέκα δευτερόλεπτα πριν βγει το καρτέρι στον τόπο του. Πριν καλά καλά φτάσει σκύλος εκεί που ήταν γιατακιασμένο». Πανικός και γκάζι! Από όποιο δρόμο βρίσκαμε μπρος μας αγροτικό και δασικό να προλάβουμε. Όσοι έχετε κυνηγήσει Αγριογούρουνο το έχετε ζήσει! Να φτάσουμε έγκαιρα και ζωντανοί κυρίως...
Το καπρι είχε πιάσει στα ριζά του βουνού πάνω από το μαντρί σε σημείο που ήταν πράγματι προσβάσιμο από όλους. Σημείο που πάντα λέγαμε πως αν έπιανε γουρούνα πάλι θα είχε την τύχη από εκείνα τα τέσσερα πριν από δύο χρόνια! Σε δέκα λεπτά ήταν φορτωμένα και φύγαμε για καφέ! Μα καθώς τα παιδιά μαζευόταν και κίνησαν προς τα καρτέρια κάποιος είχε την φαεινή ιδέα να κρατήσει ένα σκύλο στην κάσσα για εφεδρικό μετά. Όμως διάλεξε τον πιο φωνακλά. Δεν φτάνει αυτό, αφήνει και το αγροτικό σε σημείο αμφιθεατρικό για να ακούγεται πιο δυνατά! Το καπρι μάλλον έμπειρο ακούγοντας το κυνηγόσκυλο να γαβγίζει, ίσως και να είχαν ανταμώσει πάλι ξανά και θυμόταν την ενοχλητική φωνή του, ποιος ξέρει σηκώθηκε και έφυγε. Ούτε παγανα ούτε φυσίγγι ούτε φωνή! Τίποτα.
Μέσα από τους γνωστούς χωματόδρομους όπου το τζίπ έδειξε την αξία του άλλη μια φορά φτάσαμε και βλέπαμε το σημείο που έπρεπε να πιάσουμε. Σταματήσαμε να αφουγκραστούμε και αμέσως αρκούσαμε στο βάθος της πλαγιάς που ανηφόριζε χωρισμένη σε συρραχα που κατέβαιναν στα ριζά, την γνώριμη φωνή του Αράπη. Κινώντας να φτάσουμε στο σημείο που είχαμε απολήξει από πριν και ενώ άφηνα τον Σάκη στο πρώτο καρτέρι χαμηλά να πάω ψηλότερα, είδαμε το Καπρί απέναντι να τρέχει ψηλωμένα πριν ακόμη φτάσει στο καρτέρι που σκόπευα να πάω. Την πατήσαμε ! φωνάζω τον Σάκη και γυρίζω να τον πάρω. Με ρυθμό ράλι προσπαθήσαμε να βγούμε μπρός του!
Θα προλαβαίναμε αν δεν ήταν ένα κοπάδι γελάδια που αργά και βασανιστικά κινούσαν για την πρωινή τους βοσκή στο λιβάδι που εκείνες ξέρανε. Και κυρίως το δρομολόγιο τους ήταν ο δρόμος. Όταν με τα πολλά καταφέραμε να περάσουμε είδαμε το καπρι δεξιά μας να έχει περάσει τον δρόμο και να έχει πάρει την μεγάλη ρεματιά κατευθυνόμενο προς την γέφυρα στο ποτάμι χαμηλά. Το τηλέφωνο του Σάκη έπιασε επιτέλους επαφή. «Φεύγει για το Μελίσσι του Παππά, εμείς θα γυρίσουμε και εσείς που είστε στον δρόμο πάτε για εκει!». Ο σκύλος έφτασε και τον αφήσαμε να περάσει μαζί με μια σκυλίτσα και ένα κουταβάκο πολλά υποσχόμενο. Ευτυχώς είχαν κολάρα και ο Αράπης φορούσε και γιλέκο οπότε θα φαινόταν και από μακριά, γιατί το αγριογούρουνο μας έτρεχε σε καθαρό μέρος ως επί το πλείστον. Λες και είχε κάπου να πιει χαραγμένο στο πανέξυπνο μυαλό του και τραβούσε καρφί για Άκη… Και πάνω από όλα και στο δικό μου μυαλό υπήρχε το ίδιο μέρος. Το καταφύγιο πίσω από το μοναστήρι. «Άμε εκεί που λέγαμε από το Πρωί Αρκούδα» του λύω και άλλη φορα σε προδομένα γουρούνι δεν πάω.
Νόες εντολές από τον αρχηγό. «Μας ειδοποίησε κάποιος ότι πάει για την Αγία Παρασκευή, αν μπορείτε πηγαίνετε». Εμείς όμως ήμασταν ήδη στον δρυμό για το αρχικό σημείο που σκεφτόμασταν από το πρωί. Στο τέλος του αντηλιακού στα καρτέρια μας. Να φράξουμε τον δρόμο που φανταστήκαμε πως θα πάρει και με την κουβέντα το σιγουρέψαμε κιόλας.
Ο Αρχηγός, που έμπειρος ήξερε να κλεινή όλες τις πιθανότητες, μας είπε κάνετε όπως νομίζετε και θα στείλε άλλην Άκη που είπαν ότι το είδαν να τρέχει. Σήμα στο GPS από τα σκυλιά μας πουθενά, μέσα στις ρεματιές, που να πιάσει σήμα; Ακλουθούσε την οδηγία του φίλου του κτηνοτρόφου που θέλησε να βοηθήσει με αυτό που είδε.
Ανεβήκαμε γρήγορα το βουνό και πηγαίναμε να πιάσουμε καρτέρια όταν στον ασύρματο ακούμε τον «Ψαρούλη» από κάτω τον δρόμο να λέει ότι μέσα στο ανήλιο πρέπει να είναι κοπάδι ολόκληρο και τα τσομπανόσκυλα του Γιάννη του Τσέβρεχου το κάνουν στάμπα.
Σαν φτάσαμε κοντά στα καρτέρια μας αφήσαμε το τζιπ στο χιλιόμετρο και με σιωπή περπατώντας σαν κλέφτες πιάσαμε τον τόπο που θεωρούσαμε πως θα μας δίνει καλή άποψη και επιτήρηση. Είδα από μακριά με τα κιάλια μου τους άλλους, στο απέναντι βουνό και άκουσα το τηλέφωνο μου να χτυπάει. «Προσέξτε!!! τα σκυλιά έρχονται εκει που είσαστε. Άλλο γουρούνι είδε ο τσομπάνος, άσχετο… Οι δύο σας και ο Σάκης το Ψαρούλι από κάτω τρεις είστε, κανονίστε τουλάχιστον να πιάσετε τα σκυλιά».
Με το που έκλεισε το τηλέφωνο πριν πω κουβέντα στον Σάκη, τον είδα να τρέχει αριστερά του και να μου κάνει σήμα να συγκλίνω. Κατάλαβα. Το είχε δει!
Δεν θυμάμαι να ακούω την τουφεκιά μου που το χτυπήσω και μαζεύτηκε, ούτε τις δικές του καθώς το αποτελείωσε, εκεί στην πλαγιά μερικές εκατοντάδες μέτρα από την σωτηρία του από το Καταφύγιο που σκόπευε να μπει…
Η ένταση ήταν τόσο απότομη όσο και η χαρά μας και μόνο σαν το ανοίγαμε να καθαρίσουμε τα εντόσθια να το βγάλουμε κοντά στον δρόμο γιατί μάλλον μόνοι μας θα το τραβούσαμε μιας και όλοι ήταν μακριά συνειδητοποιήσαμε πως τελικά αν σε έχει η μοίρα γραμμένο να πας κάπου, εκεί θα πας. Βρεθήκαμε στο μέρος που σκοπεύαμε να κυνηγήσουμε. Όταν ήρθε η υπόλοιπη ομάδα και ψάξαμε για το κοπάδι αντιληφθήκαμε ότι τα σκυλιά που ακλουθούσαν το καπρι έπεσαν στο κοπάδι. Στον Κάπρο ήρθε μόνο ο έμπειρος Αράπης που δεν άλλαζε ντόρο για τίποτα. Τα άλλα δυο είχαν βρει το κοπάδι και τα υπόλοιπα που είχαμε αμολήσει να βοηθήσουν για το κυνηγά του κάπρου είχαν σηκώσει το κοπάδι που βρίσκονταν στην ρεματιά και περνώντας από το σέλωμα πέρασαν πίσω από τις πλάτες μας. Το μόνο που έμενε ήταν να αφήσουν τρία τέσσερα άτομα τα όπλα τους και να μπουν στο καταφύγιο να πάρουν τα σκυλιά. Από το μεσημέρι μπήκαν και λίγο πριν βραδιάσει επιστρέψανε με τα «τετράποδα φιλαράκια» μας, τα όποια χόρτασαν κυνήγι παρεμπιπτόντως και τα παιδιά περπάτημα από ρέμα σε ρέμα και άοπλοι με ότι συνεπάγεται αυτό σε φόβο όταν πας να πάριες σκυλί που σταμπάρει Κάπρο σε Καταφύγιο.
Η παροιμία λέει: «πήγε σαν το Καπρί το προδομένο». Κατάλαβα όμως τελικά γιατί λεγανε οι παλιότεροι κυνηγοί «το προδομένο καπρι, άσε να το κυνηγήσει άλλος το πρωί πήγαινε στο κυνήγι σου εσύ. Αν θες πήγαινε το απόγευμα και αν είναι να στο δώσει θα το πάρεις αλλιώς άστο εκεί»…