Εκτύπωση

Ιστορίες για Φίδια

Άλλη μια μέρα στον κτηνίατρο μετά το κυνήγι. Το σκυλάκι μας ο Ρεξ ήταν χτυπημένος και έμεινε για μια βραδιά μέσα στην κλινική για την παρακολούθηση του από τον γιατρό μας τον Γιάννη. Στην πραγματικότητα ο Γιώργος δεν άντεχε να τον πάει πάλι στο Βλαχογιάννη και να γυρίσει πάλι στην Λάρισα, μετά από μια γεμάτη περιπέτεια κούραση και συγκίνηση μέρα. Ένα από τα καθήκοντα όσων μένουν στην πόλη είναι δυστυχώς ή ευτυχώς και αυτό.

Δυστυχώς διότι όταν οι άλλοι πάνε στο καφενείο ή στην ταβέρνα μετά το εξαντλητικό κυνήγι κάποιος πρέπει να πάει τα σκυλιά στον Γιατρό. Στο κυνήγι το δικό μας, κυνηγώντας τον «μεγάλο Βασιλιά» του Κλειστού δεν είναι ασυνήθες να τραυματίζονται σκυλιά. Κυρίως δε τα πιο καλά και παθιασμένα πυροδοτώντας ένα πολύ δυνατό μείγμα φόβου και αγωνίας αλλά και «προηγούμενων» με το Αγριογούρουνο εν γένει!   

Το μόνο καλό που έχει η ιστορία αυτή πέρα από την θεραπεία των «παιδιών» όπως τα λέει ο Γιώργος ο παγανιέρης είναι το βαθύ δέσιμο με τα σκυλιά του «νοσοκόμου» και των σκυλιών με εκείνον. Δέσιμο που μένει ανεξίτηλα χαραγμένο στο μυαλό του κάθε σκυλάκου που γυρίζει με ένα σφύριγμα του «σωτήρα» του κατόπιν στο βουνό την ώρα που αδιαφορεί για τις επί ώρες φωνές των άλλων. Παράξενα πράγματα που άπτονται της ψυχολογίας των σκύλων. Αλλιώς, «χαίρε βάθος αμέτρητο!!!» Αλλά αυτά ας τα εξετάσουν άλλοι αρμοδιότεροι. Παμε στην ιστορία μας τώρα.

Σήμερα θα ερχόταν ο Στέλιος, ο μικρός μας να πάρει τον σκύλο. Έτσι είπε να πάει και ο Γιώργος για να τον δει μιας και βρίσκεται κοντά στην δουλειά του το Κτηνιατρείο. Είχε έρθει στην Λάρισα με την μανά του για κάτι δουλειές και μια γειτόνισσα Πεθερά του Σάκη ενός συντρόφου της παρέας και κολλητού του Γιώργου. Συνεταίρος του γιατρου του Γιάννη είναι ο γιατρός Θωμάς κτηνίατροι φοβεροι, φίλος καλός  και εκείνος του Γιώργου αλλά με ανησυχίες για διάφορα θέματα κατα καιρούς που εκείνη την εποχή τον οδήγησαν στους (Θεός φυλάξει!) οικολόγους και μάλιστα σαν υποψήφιο βουλευτή! Αυτό για το Γιώργο είναι αιτία για χοντρά πειράγματα που ο καλός Θωμάς τα δεχόταν πάντα με χαμόγελο έχοντας να αντιμετωπίσει και την συνεπικουρία του Γιάννη στο όλο παιχνίδι. Απαντώντας σε κάθε τους αιτίαση. Εκείνη την μέρα περίμεναν να γίνει μια ακόμη ένεση στον Ρεξ και όλοι ήταν στον χώρο του Ιατρείου. Η κυρία Σούλα μητέρα του Στέλιου άκουσε τον Γιώργο να λέει για τους οικολόγους στον Θωμά τα γνωστά πειράγματα τους και ξεσπάθωσε.

«Αυτοί είναι που πετάνε τους Λύκους και μας τρώνε τα ζωντανά», εκεί ο Γιώργος το έπιασε και άρχισε να κατηγορεί τον Θωμά ότι δεν σκέφτεται τίποτα και καθόλου τους κτηνοτρόφους. Εκείνος υπεραμύνονταν των Οικολόγων με ευγένεια. Η πεθερά του Σάκη τα άκουγε σιωπηλή. «Σαν δεν φτάνει αυτό, πετάνε και φίδια, τον τόπο όλο γέμισαν» λέει η κυρά Σούλα που του τα έλεγε χύμα πλέον ξεπερνώντας την αρχική της ευγένεια μιας και είχε συμπαραστάτες και τον άλλο Γιατρό τον Γιάννη και τον Γιώργο που σαν Μηχανικός του Πολυτεχνείου είχε κύρος στα θέματα αυτά!!!

Η Γριά άρχισε να ανησυχεί. «Σούλα έχει φίδια ο γιατρός;» ρώτησε. Εκεί ο Γιώργος μπήκε σφήνα και πριν καλά-καλά συμφωνήσει η Σούλα της είπε: «μα και βέβαια έχει, τα έχει στο υπόγειο σε ένα κασόνι και τα ταΐζει». Τι ήταν να το πει αυτό. Η Σούλα του εξήγησε ότι η γιαγιά φοβόταν τα φίδια όσο τίποτε άλλο και άρχισε ανέμελα να λέει πως ένα φίδι, οχιά, ήταν προχθές στο θερμοκήπιο τους.

Εκείνη την στιγμή πέρασε πάλι ο γελαστός Θωμάς, που βέβαια δεν άκουσε κουβέντα για φίδια στο υπόγειο και τάισμα, με ένα μπουκάλι με μπιμπερό στα χέρια  προφανώς για κάποιο κουτάβι και πήγαινε για το υπόγειο. Το πειραχτήρι ο Γιώργος δεν άργησε να καταστρώσει το σχέδιο και τον ρώτησε εντελώς φυσικά, «πας να τα ταΐσεις;», «Ναι» απάντησε ο Θωμάς ενώ ο Γιάννης άρχισε να κοκκινίζει από την προσπάθεια να μην γελάσει.

-«Τι πάει να ταΐσει ο Γιατρός; ρώτησε η καλή γριούλα φοβισμένα»

-«Τα Φιδούλια! τα ταΐζει με το μπιμπερό ένα-ένα και άμα μεγαλώσουν τα αμολάει! Θέλεις να πάμε να τα δούμε;», είπε ο Γιώργος αδιάφορα, «έπρεπε από ώρα να τα είχε ταΐσει, και άργησε, σε λίγο θα βγουν και θα τρέχουν να τα πιάσουν πάλι».

Εκεί έγινε το έλα να δεις. Ήρθε στην ώρα και ο Στέλιος που μόλις είχε βάλει τον Ρεξ στο Βαν του και η γιαγιά, όρθια πια, είπε «Άιντε πάμε να φύγουμε γρήγορα». Ασυγκράτητη όρμησε και πρώτη-πρώτη μπήκε στο αμάξι κλείνοντας και την πόρτα για σιγουριά!!!

Ο Γιώργος τους καθυστερούσε για να δώσει κάτι οδηγίες στον Στέλιο για τον σκύλο αλλά η γιαγιά όλο και κάτι που ξέχασε θυμόταν και έλεγε «πάμε να φύγουμε!». Ο Γιώργος γύρισε στο Ιατρείο να πληρώσει και αφού συνέχισε για λίγο τα πειράγματα με τους φίλους του έφυγε για το Γραφείο του.

Η δουλειά στο γραφείο πήγαινε φωτιά και τα τηλέφωνα το ένα μετά το άλλο διέκοπταν τις διαταγές του Γιώργου, για τα διάφορα συνεργεία στα εργοτάξια και τις διορθώσεις στα σχέδια, όταν μετά από ώρα απάντησε σε ένα τηλέφωνο ξεχωριστό από τα άλλα. Ήταν ο Στέλιος που κόντευε στο χωριό του τα Αμπέλια.

«Γιώργο η Γιαγιά ξέχασε τις Λειτουργιές που είχε αγοράσει για την Κυριακή από τον φόβο της για τα φιδούλια! Τις θυμήθηκε σαν είδε την εκκλησία του χωριού από μακριά! Τις άφησε στην καρέκλα που καθόταν δίπλα. Τράβα να τις πάρεις και φέρε τις στο χωριό εσύ το Σάββατο. Αμάν ρε φίλε με τα πειράγματα, της έκοψες το αίμα!»

Η καημένη γιαγιούλα αλήθεια φοβόταν τα φίδια πιο πολύ από οτιδήποτε στον κόσμο. Ο Γιώργος και η Σούλα που δεν χαμπάριαζαν από φόβο σε τίποτα δεν κατάλαβαν την καημένη που τρόμαζε όλο και περισσότερο και όσο συνέχιζαν να πειράζουν το γιατρό τόσο εκείνη τρόμαζε. Και όταν ο Γιατρός ο Θωμάς που εννοούσε ότι πάει να ταΐσει τα κουταβάκια είπε πως «ναι πάω να τα ταΐσω» εκείνη πλέον σίγουρη για τα φίδια και τους οικολόγους έτρεξε να σωθεί.

Δύο πράγματα αποφάσισε η γριούλα, πρώτον τέρμα η Λάρισα για τα πρόσφορα θα ζύμωνε μοναχή της λειτουργιές και δεύτερον δεν ήθελε όσο ζούσε όχι να ψηφίσει, αλλά ούτε να ξανακούσει για οικολόγους!!!